Γυρνώντας την πλάτη σε κάθε λογής “κτόνα”
Η μελισσοκομία είναι ένας γοητευτικός και ανεξάντλητος κόσμος, με πολύ μεγάλη ιστορία που χάνεται στα βάθη των αιώνων. Η μεγάλη ποικιλομορφία των τοπίων, της γεωγραφίας και του ανάγλυφου της Ελλάδας φιλοξενούν μία πλούσια βιοποικιλότητα φυτών, γεγονός που κάνει τη χώρα μας ένα πιλοτήριο της εξέλιξης των φυτικών ειδών της ευρωπαϊκής ηπείρου. Τα δεκάδες χιλιάδες είδη ανθοφόρων φυτών της ελληνικής υπαίθρου αποτελούν μία άφθονη πηγή τροφής για τους πληθυσμούς των μελισσών εδώ και πολλούς αιώνες. Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, ότι η μελισσοκομία απασχολεί τους ανθρώπους από την αρχαιότητα. Η ελληνική μυθολογία και ιστορία είναι γεμάτη από αναφορές στο μέλι και τα προϊόντα της μέλισσας, ως μία από τις πιο θρεπτικές τροφές.
Οι μέλισσες είναι ζώα ιδιοφυή, και στο έργο του “Περί τα Ζώα Ιστορίαι” ο Αριστοτέλης τις ξεχωρίζει όσο και τους ανθρώπους στην πολύ μικρή ομάδα των “κοινωνικών ζώων”. Αλλά και στις μέρες μας, οι επιστήμονες της Βιομιμητικής και της Τεχνητής Νοημοσύνης μελετούν τις αποικίες των μελισσών, στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν πολύπλοκους αλγόριθμους που υπόσχονται λύσεις σε μία σειρά από προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου.
Περίπου το 75 τοις εκατό των φυτών που καλλιεργούμε για την τροφή μας, συμπεριλαμβανομένων των φρούτων και λαχανικών που καταναλώνουμε σε καθημερινή βάση, απαιτούν κάποιο βαθμό επικονίασης από ζώα ή έντομα. Από όλους τους επικονιαστές, οι σημαντικότερες είναι οι μέλισσες. Καθώς επισκέπτονται στα άνθη για να συλλέξουν το νέκταρ τους, η γύρη από τους στήμονες -το αρσενικά αναπαραγωγικά όργανα του λουλουδιού- κολλάει στις τρίχες του σώματός της. Και στο κυνήγι της για περισσότερο νέκταρ, η μέλισσα μεταφέρει αυτή τη γύρη στο επόμενο άνθος. Αυτός ο αέναος κύκλος συνεξέλιξης μεταξύ φυτών και μελισσών έχει διατηρήσει ανά τους αιώνες σημαντικούς πληθυσμούς του πολύτιμου αυτού εντόμου, με “παρενέργεια” την παραγωγή του πολύτιμου για τον άνθρωπο μέλι. Και μαζί με αυτό διατηρείται η παράδοση της μελισσοκομίας, η οποία μέχρι και τις μέρες μας αποτελεί μία σπουδαία τέχνη που βασίζεται στη συνεργασία μεταξύ του ανθρώπου και του ταπεινού αυτού εντόμου.
Στις μέρες μας, πολλοί νέοι άνθρωποι ασχολούνται με τη μελισσοκομία. Στη Λευκίμη του νομού Έβρου, συναντήσαμε το Γιάννη Γιαννουλάκη, επαγγελματία μελισσοκόμο, καλλιεργητή αρωματικών βοτάνων και εμπνευστή του project θρουBee. Έχοντας ο ίδιος επιλέξει τη ζωή στο χωριό του, το οποίο κάποτε έσφιζε από ζωή, ο Γιάννης διατηρεί περίπου πενήντα κυψέλες, από τις οποίες συλλέγει εδώ και τέσσερα χρόνια το μέλι, την πρόπολη και το κερί τους. Με αυτά τα προϊόντα, πολύ μεράκι, υπομονή και συστηματική δουλειά προσπαθεί να δημιουργήσει μία μικρή οικοτεχνία η οποία συνδυάζει την καθαρή παραγωγή με τη βιώσιμη αξιοποίηση της βιοποικιλότητας του τόπου του. Μέσα από αυτή τη δραστηριότητα διατηρεί ανοίγματα στο δάσος στην περιφερειακή ζώνη του Εθνικού Πάρκου, που είναι σημαντικά για την εξεύρεση τροφής των απειλούμενων αρπακτικών. Το 2019, ο Γιάννης απέσπασε το Βραβείο Κοινού στο διαγωνισμό WWF Impact Venture.
Η Λευκίμη βρίσκεται στο νότιο τμήμα τους Εθνικού Πάρκου του Δάσους της Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου, το οποίο αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους βιότοπους της χώρας μας και της νοτιο-ανατολικής Ευρώπης. Η σημασία του οικοσυστήματος έγκειται στο γεγονός ότι εκεί συναντιούνται, συμβιώνουν και ευδοκιμούν συγκεντρωμένα πολλά είδη της χλωρίδας και πανίδας της βαλκανικής χερσονήσου, της Ευρώπης και της Ασίας. Το μωσαϊκό που διαμορφώνουν τα δάση της πεύκης και της βελανιδιάς, τα ξέφωτα και οι καλλιεργούμενες εκτάσεις στις ήπιες πλαγιές των λόφων της περιοχής, διαμορφώνουν το ιδανικό περιβάλλον για πολλά και σπάνια είδη αρπακτικών πουλιών. Βρισκόμενη εντός μίας από τις σημαντικότερες προστατευόμενες περιοχές της Ελλάδας, η Λευκίμη αποτελεί έναν ιδιαίτερο τόπο με δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις που ενδείκνυται για τη βιολογική καλλιέργεια αρωματικών βοτάνων. Αυτά με τη σειρά τους, μπορούν να παρέχουν άφθονο νέκταρ και γύρη για την ανάπτυξη της μελισσοκομίας.
Για το Γιάννη, η σύνδεση με τη γή και την ύπαιθρο δεν είναι μόνο συναισθηματική, αλλά παρέχει και πολύ σημαντικά μαθήματα: από τη χρησιμότητα των βοτάνων, μέχρι την αυτάρκεια που διδάσκουν οι αποικίες των μελισσών. Ως νέος άνθρωπος, πιστεύει πως με τη δουλειά του συμβάλλει σε ένα καλύτερο μέλλον για τον τόπο του. “Η σύγχρονη γεωργία έχει γεμίσει τη ζωή μας με ένα σωρό “κτόνα”, όπως μυκητοκτόνα και ζιζανιοκτόνα. Εγώ έχω γυρίσει την πλάτη μου σε όλα αυτά και έχει γίνει σκοπός της ζωής μου να δώσω λίγη περισσότερη ζωή, λίγο περισσότερο πράσινο”. Αυτό μας λέει, κοιτώντας στωικά τα βότανα που μεγαλώνει σε ένα παρτέρι της αυλής του σπιτιού των παππούδων του στη Λευκίμη.
Με τους πληθυσμούς των μελισσών να δέχονται ένα μεγάλο πλήγμα από την εκτεταμένη χρήση φυτοφαρμάκων και στην Ελλάδα, είναι σημαντικό να στηριχθούν πρωτοβουλίες αλλά και η φιλοσοφία νέων αγροτών-επιχειρηματιών όπως ο Γιάννης. Τέτοιες προσεγγίσεις που λαμβάνουν χώρα σε ολόκληρο τον κόσμο, δείχνουν το δρόμο της μετάβασης σε ένα αγροδιατροφικό σύστημα το οποίο αναγεννά τους φυσικούς και αγροτικούς πόρους, πρωτίστως τη βιοποικιλότητα, το έδαφος, αλλα και το παγκόσμιο κλίμα.
Συνέντευξη/Επιμέλεια Κειμένου: Παύλος Γεωργιάδης